Σοπενχάουερ και Τραγωδία

"Ο ΚΟΣΜΟΣ ΩΣ ΒΟΥΛΗΣΗ ΚΑΙ ΩΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ" -Σοπενχάουερ-
..
" Στην τραγωδία ανατρέπεται κάτι περισσότερο από την κοινωνική ή την ηθική τάξη.
..
Στη θέση του θεού,του καλού,του ορθού λόγου,της ψυχής ή της καρδιάς,τίθεται η βούληση ως η αληθινή εσώτερη φύση της πραγματικότητας.
..
Δεν τίθεται θέμα κάποιας πάλης για την επίτευξη ενός πιο ολοκληρωμένου καλού.
Πρόκειται μάλλον για μιά πάλη της βούλησης με τον εαυτό της,η οποία εκδηλώνεται στο επίπεδο της μοίρας με τη μορφή του τυχαίου ή του σφάλματος και εκφράζεται από τα ίδια τα τραγικά πρόσωπα.
..
Τόσο η μοίρα όσο και οι άνθρωποι αντιπροσωπεύουν μία και την αυτή βούληση,
η οποία ζει και εμφανίζεται σε όλα αυτά.
Οι ατομικές επιμέρους εκδηλώσεις της μοίρας όμως με τη μορφή παραγόντων όπως τυχαία γεγονότα,σφάλματα ή άνθρωποι,αλληλομάχονται και αλληλοκαταστρέφονται.
..
Η αληθινή έννοια της τραγωδίας είναι η βαθύτερη συναίσθηση ότι ο ήρωας δεν εξιλεώνεται για τα δικά του προσωπικά αμαρτήματα αλλά για το ΠΡΩΤΑΡΧΙΚΟ ΑΜΑΡΤΗΜΑ,
δηλαδή το έγκλημα της ίδιας της ύπαρξης.
..
Υπάρχουν τρείς τύποι τραγικής αναπαράστασης :
α.η μέσω ενός χαρακτήρα εξαιρετικής ικανότητας,
ο οποίος γίνεται ο αυτουργός της συμπεριφοράς,
β.η τυφλή μοίρα - δηλαδή το τυχαίο και το σφάλμα,
γ.όταν χαρακτήρες κανονικής ηθικότητας τίθενται με τέτοιο τρόπο ο ένας έναντι του άλλου ώστε η θέση τους,τους αναγκάζει,εν γνώσει τους και με ανοικτά μάτια,να προκαλέσουν ο ένας στον άλλο το μεγαλύτερο κακό χωρίς κανένας απ'αυτούς να βρίσκεται απολύτως "εν αδίκω".
Το τελευταίο αυτό είδος τραγωδίας υπερβαίνει τα άλλα δύο διότι δίνει τις μεγαλύτερες δυνατότητες παρέμβασης των καταστρεπτικών εκδηλώσεων της βούλησης.
..
Η τραγωδία είναι η κορυφή της ποιητικής τέχνης,λόγω του μεγαλείου της επενέργειας της,
και για την δυσκολία στην επιτυχία του εγχειρήματος.
Ο εγω'ι'σμός του πρωταγωνιστή εξαγνίζεται από τα πάθη του,κατακτώντας σχεδόν την αγνότητα του μηδενισμού.
Τα προσωπικά του κίνητρα χάνονται καθώς αυξάνεται η επίγνωση του γι'αυτά.
Η πλήρης γνώση της φύσης του κόσμου,η οποία έχει κατευναστική επίδραση στη βούληση,οδηγεί σε παραίτηση,στην εγκατάλειψη όχι μόνο της ζωής αλλά της ίδιας της βούλησης για ζωή.
..
Το τέλος του ήρωα φαίνεται να είναι απλώς το αντικαθρέπτισμα του βίου του,
η λήθη της παραίτησης ή του θανάτου που προκαλεί τη λήθη της βίας.
..
Στη θέση του διαλόγου ανάμεσα στους υψηλότερους και κατώτερους κόσμους της ηθικής ή του συναισθήματος,τίθεται μία διαδοχή καταστάσεων εξίσου απελπιστικών,τόσο ως προς τη γνώση όσο και ως προς την τύφλωση.
Η βούληση γίνεται συνώνυμο όλων των δέσμιων της ανάγκης."
..
http://www.geocities.com/filosofiagr/philosophy_history/PHILOSOPH10.htm
Ο Αρ. Σοπεγχάουερ βασίστηκε στον καντιανό θεωρητικό διαχωρισμό της πραγματικότητας. Σύμφωνα με τον οποίο, η πραγματικότητα υπάρχει όπως την αντιλαμβανόμαστε και τη γνωρίζουμε (φαινομενική), με τις γενικές μορφές που εισάγονται από τη νόηση και τις αισθήσεις μας (χώρο, χρόνο, κατηγορίες), ενώ η ίδια από μόνη της είναι τελείως διαφορετική. Ο διαχωρισμός αυτός άφηνε μία κενή θέση για τη δημιουργία και την υποστήριξη άλλων κοσμοθεωριών. Το έργο «Ο ΚΟΣΜΟΣ ΣΑΝ ΒΟΥΛΗΣΗ ΚΑΙ ΣΑΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ» είναι αναμφίβολα το πιο σπουδαίο, που μπορούσε να γίνει αξιοποιώντας αυτήν τη θέση και, ο Σοπεγχάουερ προσέγγισε σε πολλές πανθεϊστικές λύσεις, αν και πάνω σε λάθος βάση.
Ο κόσμος σαν αντικείμενο είναι η φαινομενική πραγματικότητα, η οποία δεν υπάρχει ποτέ χωρίς ένα υποκείμενο, χωρίς αυτήν την ύπαρξη που τον αντιλαμβάνεται με τον τρόπο της. Επομένως, μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ένας άλλος όρος και να εκφραστεί μία ευρύτερη έννοια, για να δειχθεί η σχετική-αντιληπτή πραγματικότητα μαζί με το αναγκαίο συσχετικό της, που είναι το λεγόμενο υποκείμενο. Αυτήν την ευρύτερη έννοια -ευρύτερη, όπως επισημαίνει, από εκείνη του χώρου, του χρόνου και της ύλης- με την οποία δείχνει τη μία όψη του κόσμου, τη βρίσκει στη λέξη «παράσταση». Δείχνοντας τον κόσμο σαν παράσταση, στην έννοιά της συμπεριλάμβανε κάθε τι που μπορεί να γίνει από εμάς αντιληπτό και γνωστό. Ασχέτως αν εμείς εδώ και τώρα αντιλαμβανόμαστε πολύ λιγότερα και όλα τα πράγματα «φαίνονταν» σα να ήταν ταυτόχρονα αντιληπτά, ενώ δεν είναι. Όπως είχε εξηγήσει ο Καντ, τα δυνατά πράγματα είναι πάντοτε όσα μας γίνονται αντιληπτά, γνωστά σαν φαινόμενα με τους προεμπειρικούς όρους του εαυτού μας.
Στην ευρύτερη έννοια της παράστασης εκτός από τα σχετικά πράγματα (εκτός από το αντικείμενο) συμπεριλαμβάνει και την ύπαρξη, με την οποία εκείνα υπάρχουν σαν φαινόμενα (το υποκείμενο που τα αντιλαμβάνεται και τα εννοεί). Ο κόσμος σαν παράσταση προϋποθέτει να υπάρχουν και τα δύο μαζί. Με τον τρόπο αυτό, χωρίς ν’ αποφύγει την παραπλανητική αντιπαράθεση της αντιληπτικής ύπαρξης (του υποκειμένου) με την αντιληπτή πραγματικότητα (του αντικειμένου), θεώρησε πως κανένα δε είναι η αιτία του άλλου, όπως υποστήριζαν οι δύο αντίθετες κοσμοθεωρήσεις του υλισμού και του ακραίου ιδεαλισμού. Γιατί ο κόσμος είναι παράσταση και αυτή δεν είναι αποτέλεσμα μόνο του ενός από τα δύο και δε νοείται το ένα χωρίς το άλλο.
Η αντίληψη και η εμπειρική γνώση δε μας αποκαλύπτουν τίποτε για την πραγματικότητα όπως είναι αυτή μόνη της, ωστόσο υπήρχε μία ανεξάρτητη πραγματικότητα, που αποτελεί τη βάση, το φορέα, την ουσία της φαινομενικής και σχετικής. Αυτή δεν ήταν ένα σχετικό πράγμα (ένα αντικείμενο) ούτε μία εσωδιανοητική ύπαρξη (ένα υποκείμενο). Ήταν κάτι τελείως διαφορετικό και ανεξάρτητο «από τα δύο άκρα της παράστασης», κάτι το οποίο μόνο με την ενδοσκόπηση μας αποκαλύπτεται. Η ουσία των σχετικών πραγμάτων, μας διδάσκει ο Σοπεγχάουερ, δεν είναι μέσα στο χώρο και στο χρόνο, δεν είναι μία αιτία ή ένα αποτέλεσμα (μορφές με τις οποίες αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο εμείς οι άνθρωποι) και δεν μπορούμε να τη γνωρίσουμε από την εμπειρία ούτε με αφηρημένους συλλογισμούς, ούτε να την αποδείξουμε, όπως κάνει ο φυσικός για τα φαινόμενα. Αλλά το υποκείμενο, ο εαυτός μας, δεν είναι άσχετος από αυτήν την ανεξάρτητη πραγματικότητα και δεν τον αντιλαμβανόμαστε όπως όλα τα υπόλοιπα πράγματα, μόνο σαν μία παράσταση. Τον γνωρίζουμε ταυτόχρονα μ’ έναν άλλο τελείως διαφορετικό τρόπο, σαν κάτι τη σημασία του οποίου εκφράζει η έννοια της βούλησης (ενώ τη συσκοτίζει η έννοια της δύναμης). Επομένως, αυτό που είναι ο κόσμος έξω από την παράσταση του υποκειμένου, η εσωτερική ουσία του, είναι αυτό το οποίο εμείς βρίσκουμε άμεσα στον εαυτό μας και το ονομάζουμε βούληση.
Η βούληση είναι η εσωτερική αρχή κάθε φαινομένου και έχει μία έννοια ευρύτερη από αυτήν που συνήθως αναγνωρίζουμε μόνο στον άνθρωπο. Αυτή, μία και η ίδια, πραγματοποιείται αναίτια, τυφλά, άσκοπα και ατελείωτα μέσα σε όλο τον αντιληπτό κόσμο, μέσα στη φυσική δύναμη και στον κρύσταλλο ως και στην ανθρώπινη συμπεριφορά σύμφωνα με τις γενικές μορφές των φαινομένων.
Η κατεύθυνση της φιλοσοφίας του Σοπεγχάουερ δεν του επέτρεψε να συμπεράνει αυτό, το οποίο είναι κοινό σαν ουσία σε όλα τα πράγματα και να δει το σύνολό τους σαν άμεση αρχή ή όπως ο Σπινόζα. Ωστόσο, αναγνώρισε την ανεπάρκεια κάθε αιτιολόγησης για το είναι των πραγμάτων, αν η ουσία τους δεν είναι κοινή και αν δεν είχε κάποιο είδος εμβιότητας. Επειδή η πραγματικότητα από μόνη της ήταν μία αφηρημένη ύπαρξη χωρίς χρονικές, χωρικές και αιτιακές σχέσεις, συνεπώς αυτή σαν κοινή αρχή δεν ήταν κανένα μέρος του κόσμου. Από αυτήν την παρεννόηση προσέγγισε στην έννοια ενός εξωπραγματικού συνόλου ή μάλλον ενός κοινού και απλού πράγματος, που δεν μπορούσε να συνταυτιστεί με το πολυσύνθετο Σύμπαν. Η ουσία των φαινομένων έπρεπε να μην είναι κανένα από τα αντιληπτά πράγματα ούτε το σύνολό τους, ωστόσο υπήρχε και έπρεπε να είναι αυτοεξήγητη. Τελικά, το μόνο που υπολειπόταν να είναι, ήταν ένα αφηρημένο γνώρισμα του εσωτερικού κόσμου μας και αυτό που συνταίριαζε καλύτερα ήταν η βούληση.
Αν καταλάβουμε τη φιλοσοφική θεωρία του Σοπεγχάουερ, δε θα μας φανεί έτσι υπερβολική ούτε τελείως λανθασμένη η ευρύτητα, με την οποία χρησιμοποιεί αυτόν τον όρο. Δεν είναι τυχαίο ότι αυτός ο όρος μπορεί να χρησιμοποιηθεί τόσο ευρύτερα, έξω από τον ανθρώπινο εσωτερικό κόσμο και αυτό το είχε κάνει και ο Λάιμπνιτς. Τα φαινόμενα δεν ήταν μία αυταπάτη και υπήρχε μία πραγματικότητα τελείως διαφορετική και ανεξάρτητη, η οποία έπρεπε να συνδέεται με αυτά με κάποιον αδιανόητο τρόπο. Έπρεπε ακόμα να εξηγεί την αλλαγή, χωρίς να ενεργεί όπως τα φαινόμενα. Με τον όρο «βούληση» εννοείται μία τάση, μία ροπή προς κάτι και με αυτήν τη διάθεση προτρεπόμαστε να πράξουμε και να πραγματοποιήσουμε έννοιες. Γι’ αυτό μπορεί να διαπιστωθεί σα να υπάρχει βούληση παντού, όπου γίνεται μία αλλαγή και ειδικότερα μία συνθετική εξέλιξη.
Ονόμασε βούληση μία εξωκόσμια ανόητη ύπαρξη, που εκδηλώνεται αυθόρμητα διαμέσου της ύλης, και κάθε φαινόμενο έπρεπε να εκφράζει την ουσία της, από το απλούστερο ως τον άνθρωπο. Η ίδια η βούληση, που, εκτός των άλλων, εξωτερικευόταν με τα αναρίθμητα ανθρώπινα φαινόμενα, «συμπεριφερόταν» σαν φυτό, σύμφωνα με τις περιστάσεις και τις πολύπλοκες αλληλεπιδράσεις του φαινομενικού κόσμου. Της αφαίρεσε όχι μόνο τη διάνοια που θα μπορούσε να της αναγνωρίσει, αλλά ακόμα και αυτήν που αναγνωρίζει σε πολυάριθμες εκδηλώσεις της. Αυτό, το οποίο είναι μία διάθεσή μας, μία εσωτερική κοινή δυνατότητα της πολύπλοκης διανοητικής δραστηριότητας και που ωστόσο, είναι αλήθεια, δεν μπορούμε να το δούμε με τα μάτια, το απομόνωσε από την αληθινή πραγματικότητα στη θεωρία του. Μας το έδειξε σαν μία άλλη ανεξάρτητη πραγματικότητα, με κρυμμένες τις έννοιες της αιτίας, της ποιότητας, της αλλαγής, για να επιλυθεί, ανάμεσα στα άλλα, το πρόβλημα της αδιανόητης αλληλεπίδρασης του πράγματος καθαυτό με τα φαινόμενα. Πίσω από αυτόν τον πρωτότυπο τρόπο έκφρασης βρισκόταν η αλήθεια: ότι το πράγμα καθαυτό του Καντ δεν είναι τελείως διαφορετικό και άσχετο απ’ όσα μας δείχνουν οι αντιλήψεις μας και ότι εμείς οι ίδιοι είμαστε ένα μέρος του.
..
Η φιλοσοφία της βούλησης
Ένα σημείο εστίασης της φιλοσοφίας του Σοπενχάουερ ήταν η διευρεύνηση του πάνω στο ατομικό κίνητρο. Πριν το Σοπενχάουερ, ο Γκέοργκ Βίλχελμ Φρήντριχ Χέγκελ είχε εισάγει την έννοια του Zeitgeist, την ιδέα ότι η κοινωνία διέπετο από μια συλλογική συνείδηση η οποία κατέτεινε προς μία συγκεκριμένη κατεύθυνση, δίνοντας την κατευθυντήριο γραμμή στα μέλη της. Ο Σοπενχάουερ, γνώστης της φιλοσοφίας του Εμμάνουελ Καντ και του Χέγκελ, άσκησε κριτική στη λογική βελτιοδοξία και την πίστη ότι η ατομική ηθική καθορίζονταν από την κοινωνία και από τον Λόγο. Ο Σοπενχάουερ πίστευε ότι οι άνθρωποι υποκινούνταν από τις ίδιες τους τις βασικές επιθυμίες, ή από την Wille zum Leben (βούληση του ζην), η οποία κατεύθυνε όλη την ανθρωπότητα. Για τον Σοπενχάουερ, η ανθρώπινη επιθυμία ήταν μάταιη, άλλογη, ακαθοδήγητη, και, κατ' επέκτασην, αυτό ίσχυε για όλο το σύνολο της ανθρώπινης δράσης. Η Βούληση για τον Σοπενχάουερ είναι μια μεταφυσική οντότητα που ελέγχει όχι μόνο τις πράξεις του ατόμου, αλλά εν τέλει και όλα τα παρατηρήσιμα φαινόμενα. Βούληση, για τον Σοπενχάουερ, είναι ότι ο Καντ ονόμαζε "πράγμα καθαυτό
..

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου